Τσόφλι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τσόφλι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шушулка, под, пад, капсула, пада
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσόφλι
τσόφλι αυγού, τσόφλι αμυγδάλου, τσόφλι αυγών, τσόφλι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τσόφλι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τσόκαρο στα βουλγαρικά - налъм, Патън, основа на колона, Patten, Патен
- τσόντα στα βουλγαρικά - порнография, клин, ъглово съединение, кант, ъгловото съединение, ъгловият
- τσόχα στα βουλγαρικά - филц, чувствах, усети, почувства, почувствах
- τυλίγω στα βουλγαρικά - портиера, одеяло, обгръщам, прегръщам, обгърне, прегърне, обгърне с
Τυχαίες λέξεις
Τσόφλι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шушулка, под, пад, капсула, пада
Μεταφράσεις: шушулка, под, пад, капсула, пада