Τσόφλι στα λιθουανικά
Μετάφραση: τσόφλι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ankštis, Pod, ankšties, ankštimis
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσόφλι
τσόφλι αυγού, τσόφλι αμυγδάλου, τσόφλι αυγών, τσόφλι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τσόφλι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τσόκαρο στα λιθουανικά - medpadis, Pattenas, Patten, Bazė kolonos, medinė klumpė
- τσόντα στα λιθουανικά - pornografija, įsiuvas, įsiuvu, klin, Kampainio iš, klostė
- τσόχα στα λιθουανικά - fetras, veltinis, jaučiamas, manė, pajuto
- τυλίγω στα λιθουανικά - užuolaida, uždanga, apglėbti, supti, apsisiausti, apkabinti, apsisupti
Τυχαίες λέξεις
Τσόφλι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ankštis, Pod, ankšties, ankštimis
Μεταφράσεις: ankštis, Pod, ankšties, ankštimis