Τύφλωση στα βουλγαρικά

Μετάφραση: τύφλωση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
слепота, слепотата, ослепяване, до слепота
Τύφλωση στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τύφλωση

τύφλωση προσώπου, τύφλωση pdf, τύφλωση ορισμός, τύφλωση σκύλων, τύφλωση και παιδί, τύφλωση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τύφλωση στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • τύπος στα βουλγαρικά - формула, вид, версия, гадже, тип, типа, типово, ...
  • τύρφη στα βουλγαρικά - торф, торфен, торфа, на торф, торфени
  • τύχη στα βουλγαρικά - случай, късмет, състояние, богатство, щастие, съдба
  • τύψη στα βουλγαρικά - разкаяние, угризение, угризения, умиление, лишения
Τυχαίες λέξεις
Τύφλωση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: слепота, слепотата, ослепяване, до слепота