Υποκειμενικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: υποκειμενικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
субективен, субективно, субективна, субективното, субективната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκειμενικός
υποκειμενικός ορισμός, υποκειμενικός συνώνυμο, υποκειμενικόσ ιδεαλισμόσ, υποκειμενικός αντώνυμα, υποκειμενικός αγγλικά, υποκειμενικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υποκειμενικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- υποκατάστημα στα βουλγαρικά - клон, отрасъл, филиал, клона
- υποκείμενο στα βουλγαρικά - предмет, подлежи, обект, подлежат, субект
- υποκειμενικότητα στα βουλγαρικά - субективност, субективността, субектността, субективизъм, субектност
- υποκινητής στα βουλγαρικά - двигател, инициатор, движеща сила, на изпреварващия ход, изпреварващия ход
Τυχαίες λέξεις
Υποκειμενικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: субективен, субективно, субективна, субективното, субективната
Μεταφράσεις: субективен, субективно, субективна, субективното, субективната