Υποκειμενικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: υποκειμενικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
huglæg, huglægt, huglæga, huglægu, huglægs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκειμενικός
υποκειμενικός ορισμός, υποκειμενικός συνώνυμο, υποκειμενικόσ ιδεαλισμόσ, υποκειμενικός αντώνυμα, υποκειμενικός αγγλικά, υποκειμενικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υποκειμενικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- υποκατάστημα στα ισλανδικά - kvísl, kvistur, hrísla, grein, útibú, útibúið, greinin
- υποκείμενο στα ισλανδικά - fag, málefni, háð, fyrirvara, háð því, með fyrirvara, efni
- υποκειμενικότητα στα ισλανδικά - huglægni
- υποκινητής στα ισλανδικά - flutningsmaður, flutningsmaður að
Τυχαίες λέξεις
Υποκειμενικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: huglæg, huglægt, huglæga, huglægu, huglægs
Μεταφράσεις: huglæg, huglægt, huglæga, huglægu, huglægs