Υποκινητής στα βουλγαρικά

Μετάφραση: υποκινητής, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
двигател, инициатор, движеща сила, на изпреварващия ход, изпреварващия ход
Υποκινητής στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποκινητής

υποκινητής συνώνυμο, υποκινητής γονιδίου, υποκινητής συνώνυμα, ο υποκινητής, υποκινητής λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, υποκινητής στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • υποκειμενικός στα βουλγαρικά - субективен, субективно, субективна, субективното, субективната
  • υποκειμενικότητα στα βουλγαρικά - субективност, субективността, субектността, субективизъм, субектност
  • υποκινώ στα βουλγαρικά - поощрявам, Abet, Абет, в зависимост от обекта, подстрекаването на
  • υποκοριστικός στα βουλγαρικά - ypokoristikos
Τυχαίες λέξεις
Υποκινητής στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: двигател, инициатор, движеща сила, на изпреварващия ход, изпреварващия ход