Υποκινητής στα ουκρανικά

Μετάφραση: υποκινητής, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
співумисник, спільник, підбурювач, співучасник, двигун, Двигатель
Υποκινητής στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποκινητής

υποκινητής συνώνυμο, υποκινητής γονιδίου, υποκινητής συνώνυμα, ο υποκινητής, υποκινητής λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υποκινητής στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • υποκειμενικός στα ουκρανικά - суб'єктивний, суб'єктивного
  • υποκειμενικότητα στα ουκρανικά - суб'єктивність, суб'єктивізм
  • υποκινώ στα ουκρανικά - припарка, сприяння, підбурювати, роздувати, розпалювати, підбурити, підбурюватимуть, ...
  • υποκοριστικός στα ουκρανικά - мініатюрний, ypokoristikos
Τυχαίες λέξεις
Υποκινητής στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: співумисник, спільник, підбурювач, співучасник, двигун, Двигатель