Υποκινητής στα λιθουανικά

Μετάφραση: υποκινητής, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iniciatorius, pradininko, iniciatorių, variklis
Υποκινητής στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποκινητής

υποκινητής συνώνυμο, υποκινητής γονιδίου, υποκινητής συνώνυμα, ο υποκινητής, υποκινητής λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υποκινητής στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • υποκειμενικός στα λιθουανικά - subjektyvus, subjektyvi, subjektyvūs, subjektyviai, subjektyvios
  • υποκειμενικότητα στα λιθουανικά - subjektyvumas, subjektyvumo, subjektyvumą, subjektyvumui, subjektyvumas yra
  • υποκινώ στα λιθουανικά - kurstyti, kurstė, Būti netinkamai, Padėti nusikaltimą, Paskatinti
  • υποκοριστικός στα λιθουανικά - ypokoristikos
Τυχαίες λέξεις
Υποκινητής στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: iniciatorius, pradininko, iniciatorių, variklis