Φωνή στα βουλγαρικά
Μετάφραση: φωνή, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
обем, том, звук, книга, гръмкост, прозвучавам, глас, гласа, гласова, гласът, гласови
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φωνή
φωνή εν, φωνή των πειραιωτών, φωνή κυρίου, φωνή της ξάνθης, φωνή βοώντος εν τη ερήμω, φωνή λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, φωνή στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- φωλιάζω στα βουλγαρικά - гнездо, пристанище, притискам, гушвам, загръщам, настанявам се уютно
- φωνάζω στα βουλγαρικά - крик, крещя, викам, крещи, крещиш
- φωναχτά στα βουλγαρικά - громко, на глас, гласно, глас, високо, висок глас
- φωνητικός στα βουλγαρικά - вокален, вокална, вокал, вокално, вокалната
Τυχαίες λέξεις
Φωνή στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: обем, том, звук, книга, гръмкост, прозвучавам, глас, гласа, гласова, гласът, гласови
Μεταφράσεις: обем, том, звук, книга, гръмкост, прозвучавам, глас, гласа, гласова, гласът, гласови