Φωνή στα ιταλικά

Μετάφραση: φωνή, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
suonare, squillare, solido, suono, audio, volume, voce, sano, risuonare, rumore, vocale, la voce, voice, vocali
Φωνή στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φωνή

φωνή εν, φωνή των πειραιωτών, φωνή κυρίου, φωνή της ξάνθης, φωνή βοώντος εν τη ερήμω, φωνή λεξικό γλώσσας ιταλικά, φωνή στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • φωλιάζω στα ιταλικά - rannicchiarsi, snuggle, coccole, coccolare, di coccole
  • φωνάζω στα ιταλικά - miagolare, strillo, urlo, piangere, stridere, grido, gridare, ...
  • φωναχτά στα ιταλικά - a voce alta, ad alta voce, alta voce, voce alta, forte
  • φωνητικός στα ιταλικά - vocale, voce principale, voce, principale, vocali
Τυχαίες λέξεις
Φωνή στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: suonare, squillare, solido, suono, audio, volume, voce, sano, risuonare, rumore, vocale, la voce, voice, vocali