Ψηφοφόρος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ψηφοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гласоподавател, избирател, гласоподавателите, на гласоподавателите, избирателна
Ψηφοφόρος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψηφοφόρος

ψηφοφόρος χρυσής αυγής ετών 25, ψηφοφόρος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ψηφοφόρος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ψηφιακός στα βουλγαρικά - цифров, дигитален, цифрова, цифрови, цифрово
  • ψηφοφορία στα βουλγαρικά - гласуване, гласуването, глас, за гласуване, на глас
  • ψιθυρίζω στα βουλγαρικά - шепот, шепнешком, прошепна
  • ψιθυρισμός στα βουλγαρικά - шепот, шепнещ, шепот на, си шушукаха, шепнене
Τυχαίες λέξεις
Ψηφοφόρος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гласоподавател, избирател, гласоподавателите, на гласоподавателите, избирателна