Ψηφοφόρος στα τούρκικα

Μετάφραση: ψηφοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
seçmen, seçmeni, seçmenlerin, seçmenin
Ψηφοφόρος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ψηφοφόρος

ψηφοφόρος χρυσής αυγής ετών 25, ψηφοφόρος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ψηφοφόρος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ψηφιακός στα τούρκικα - dijital, sayısal, bir dijital, digital
  • ψηφοφορία στα τούρκικα - oylama, oy, oy kullanma, oylamaya, oy verme
  • ψιθυρίζω στα τούρκικα - fısıldamak, fısıltı, fısıltısı, bir fısıltı, söylenti
  • ψιθυρισμός στα τούρκικα - fısıldamak, fısıltı, fısıldayan, fısıldıyorlar, whispering, fısıltılı
Τυχαίες λέξεις
Ψηφοφόρος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: seçmen, seçmeni, seçmenlerin, seçmenin