Ψηφοφόρος στα τσεχικά
Μετάφραση: ψηφοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
volič, voličů, volební, hlasující, voliče
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψηφοφόρος
ψηφοφόρος χρυσής αυγής ετών 25, ψηφοφόρος λεξικό γλώσσας τσεχικά, ψηφοφόρος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ψηφιακός στα τσεχικά - číslicový, digitální, Digital, digitálního, digitálním, digitálních
- ψηφοφορία στα τσεχικά - hlasování, v hlasování, hlasovací, hlasovací právo
- ψιθυρίζω στα τσεχικά - našeptávat, šumět, šuškat, klep, ševelit, našeptat, pošeptat, ...
- ψιθυρισμός στα τσεχικά - šumět, šeptnout, klep, pošeptat, šuškat, ševelit, našeptat, ...
Τυχαίες λέξεις
Ψηφοφόρος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: volič, voličů, volební, hlasující, voliče
Μεταφράσεις: volič, voličů, volební, hlasující, voliče