Αυταρχικός στα γαλλικά

Μετάφραση: αυταρχικός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
impérieux, autoritaire, Bossy, autoritaires, tyrannique
Αυταρχικός στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυταρχικός

αυταρχικός συνώνυμα, αυταρχικός σύντροφος, αυταρχικός λεξικό, αυταρχικός πατέρας, αυταρχικός δάσκαλος, αυταρχικός λεξικό γλώσσας γαλλικά, αυταρχικός στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αυταπόδεικτος στα γαλλικά - axiomatique
  • αυταρέσκεια στα γαλλικά - complaisance, contentement, joie, aise, satisfaction, suffisance, la suffisance, ...
  • αυτεξούσιος στα γαλλικά - relaxer, aisé, lâcher, libérer, exonérer, souverain, autonome, ...
  • αυτοβιογραφία στα γαλλικά - autobiographie, l'autobiographie, autobiographique, biographie
Τυχαίες λέξεις
Αυταρχικός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: impérieux, autoritaire, Bossy, autoritaires, tyrannique