Καινοτόμος στα γαλλικά

Μετάφραση: καινοτόμος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
innovateur, innover, innovant, innovation, innovantes, innovante
Καινοτόμος στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καινοτόμος

καινοτόμος ή καινοτομικός, καινοτόμος ιδέα, καινοτόμος κλίση, καινοτόμος συνώνυμο, καινοτόμος επιχειρηματίας της χρονιάς, καινοτόμος λεξικό γλώσσας γαλλικά, καινοτόμος στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • καινοτομία στα γαλλικά - invention, innovation, l'innovation, d'innovation, innovations
  • καινοτομώ στα γαλλικά - sapeur, innovateur, pionnier, innover, innovation, d'innover, l'innovation, ...
  • καινοφανής στα γαλλικά - récent, roman, neuf, nouveau, moderne, nouvelle, nouveaux, ...
  • καινούριος στα γαλλικά - récent, frais, nouveau, neuf, étudiant de première année, première année, freshman, ...
Τυχαίες λέξεις
Καινοτόμος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: innovateur, innover, innovant, innovation, innovantes, innovante