Μωρό στα γαλλικά

Μετάφραση: μωρό, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bambin, enfant, môme, bébé, poupon, nourrisson, gosse, baby, bébés, de bébé
Μωρό στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μωρό

μωρό μου καλησπέρα, μωρό 9 μηνών, μωρό μου σε αφήνω, μωρό 3 μηνών, μωρό 2 μηνών, μωρό λεξικό γλώσσας γαλλικά, μωρό στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • μωβ στα γαλλικά - violette, pourpre, violet, purpurin, royal, écarlate, pourpré, ...
  • μωρολογώ στα γαλλικά - bave, saliver, baver, salive, caramel, Fudge, fondant, ...
  • μωρόπιστος στα γαλλικά - jobard, crédule, innocent, crédules, naïfs, naïf, crédulité
  • μόδα στα γαλλικά - habitude, direction, usage, manière, vogue, attrait, façon, ...
Τυχαίες λέξεις
Μωρό στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: bambin, enfant, môme, bébé, poupon, nourrisson, gosse, baby, bébés, de bébé