Μωρό στα ουκρανικά
Μετάφραση: μωρό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
простаки, дитина, немовля, дитинча, дитя
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μωρό
μωρό μου καλησπέρα, μωρό 9 μηνών, μωρό μου σε αφήνω, μωρό 3 μηνών, μωρό 2 μηνών, μωρό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μωρό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- μωβ στα ουκρανικά - вишивки, фіолетовий, Пурпурний
- μωρολογώ στα ουκρανικά - помадка
- μωρόπιστος στα ουκρανικά - легковірний, довірливий, довірлива, наївний
- μόδα στα ουκρανικά - фасон, стиль, мода, тенденція, модний, напрям, спосіб, ...
Τυχαίες λέξεις
Μωρό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: простаки, дитина, немовля, дитинча, дитя
Μεταφράσεις: простаки, дитина, немовля, дитинча, дитя