Μωρό στα ουγγρικά
Μετάφραση: μωρό, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
baba, bébi, a baba, csecsemő, babát
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μωρό
μωρό μου καλησπέρα, μωρό 9 μηνών, μωρό μου σε αφήνω, μωρό 3 μηνών, μωρό 2 μηνών, μωρό λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μωρό στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μωβ στα ουγγρικά - bíbor, lila, bíborvörösbe, purple, a lila
- μωρολογώ στα ουγγρικά - koholmány, fudge, Caramel, karamellás, Caramelt
- μωρόπιστος στα ουγγρικά - hiszékeny, becsapható, hiszékenyek, naiv, a hiszékeny
- μόδα στα ουγγρικά - trend, áramlat, divat, módon, a divat, divatot, divatos
Τυχαίες λέξεις
Μωρό στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: baba, bébi, a baba, csecsemő, babát
Μεταφράσεις: baba, bébi, a baba, csecsemő, babát