Αμβλύνω στα γερμανικά
Μετάφραση: αμβλύνω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
matt, stumpf, trübe, dumpf, trüb
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμβλύνω
αμβλύνω μεταφραση, αμβλύνω αντίθετο, αμβλύνω english, αμβλύνω βικιλεξικο, αμβλύνω συνώνυμο, αμβλύνω λεξικό γλώσσας γερμανικά, αμβλύνω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αμαρτωλός στα γερμανικά - sünder, Sünder, Sünderin, Sünders, sinner
- αμαυρώνω στα γερμανικά - schwärzen, defekt, verunstalten, schandfleck, entstellen, schönheitsfehler, klecks, ...
- αμβλύς στα γερμανικά - stumpf, offenherzig, schonungslos, ehrlich, abstumpfen, abgestumpft, aufrichtig, ...
- αμβροσία στα γερμανικά - götterspeise, Ambrosia, Götterspeise, Nektar
Τυχαίες λέξεις
Αμβλύνω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: matt, stumpf, trübe, dumpf, trüb
Μεταφράσεις: matt, stumpf, trübe, dumpf, trüb