Αμβλύνω στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμβλύνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
daufa, illa, sljór, leiðinleg, leiðinlegur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμβλύνω
αμβλύνω μεταφραση, αμβλύνω αντίθετο, αμβλύνω english, αμβλύνω βικιλεξικο, αμβλύνω συνώνυμο, αμβλύνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμβλύνω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμαρτωλός στα ισλανδικά - syndarinn, syndari, syndara, syndugur, bersyndug
- αμαυρώνω στα ισλανδικά - saurga, blettur, galli, myrkva, dimma, dökknað, dökkna, ...
- αμβλύς στα ισλανδικά - bitlaus, daufa, illa, sljór, leiðinleg, leiðinlegur
- αμβροσία στα ισλανδικά - Ambrosia, Ambrósía
Τυχαίες λέξεις
Αμβλύνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: daufa, illa, sljór, leiðinleg, leiðinlegur
Μεταφράσεις: daufa, illa, sljór, leiðinleg, leiðinlegur