Αμβλύνω στα τούρκικα

Μετάφραση: αμβλύνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
donuk, sıkıcı, mat, sönük, sıkıcı bir
Αμβλύνω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμβλύνω

αμβλύνω μεταφραση, αμβλύνω αντίθετο, αμβλύνω english, αμβλύνω βικιλεξικο, αμβλύνω συνώνυμο, αμβλύνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμβλύνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αμαρτωλός στα τούρκικα - günahkâr, günahkar, sinner, günahkarın, günahkarım
  • αμαυρώνω στα τούρκικα - karartmak, leke, kusur, koyulaştırmak, koyulaştırır, koyulaştırma, darken
  • αμβλύς στα τούρκικα - dürüst, içten, açık, donuk, sıkıcı, mat, sönük, ...
  • αμβροσία στα τούρκικα - ölümsüzlük yemeği, ambrosia, tanrı yemeği, tadı ve kokusu güzel, çok lezzetli yemek
Τυχαίες λέξεις
Αμβλύνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: donuk, sıkıcı, mat, sönük, sıkıcı bir