Αμβλύνω στα ρωσικά

Μετάφραση: αμβλύνω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
истощать, тупой, скучно, скучным, скучной, тупая
Αμβλύνω στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμβλύνω

αμβλύνω μεταφραση, αμβλύνω αντίθετο, αμβλύνω english, αμβλύνω βικιλεξικο, αμβλύνω συνώνυμο, αμβλύνω λεξικό γλώσσας ρωσικά, αμβλύνω στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αμαρτωλός στα ρωσικά - греховодник, грешник, грешница, грешником, грешника, грешнику
  • αμαυρώνω στα ρωσικά - бесчестье, шероховатость, испортить, начернить, пятно, промокать, извращать, ...
  • αμβλύς στα ρωσικά - тупоконечный, затуплять, тупить, искренний, притупить, притуплять, тупой, ...
  • αμβροσία στα ρωσικά - амброзия, перга, Ambrosia, амброзии, амброзию, амброзией
Τυχαίες λέξεις
Αμβλύνω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: истощать, тупой, скучно, скучным, скучной, тупая