Αναπνέω στα γερμανικά
Μετάφραση: αναπνέω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
atmen, einatmen, zu atmen, atme
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπνέω
αναπνέω αναπνέεις, αναπνέω tattoo, αναπνέω στα γαλλικα, δεν αναπνέω, αναπνέω δύσκολα, αναπνέω λεξικό γλώσσας γερμανικά, αναπνέω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αναπληρώ στα γερμανικά - vertreten, wahrgenommen, Stellvertretung, deputize
- αναπληρώνω στα γερμανικά - korrigieren, entschädigen, ersatz, stellvertreterin, vertretung, ersatzmann, wiedergutmachen, ...
- αναπνοή στα γερμανικά - schnaufer, atemzug, atem, atmung, hauch, Atmung, Atmen, ...
- αναποδιά στα γερμανικά - rücksprung, rückschlag, schlappe, Haken, Problem, Panne, Kupplung, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναπνέω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: atmen, einatmen, zu atmen, atme
Μεταφράσεις: atmen, einatmen, zu atmen, atme