Αναπνέω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αναπνέω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дыхаць
Αναπνέω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπνέω

αναπνέω αναπνέεις, αναπνέω tattoo, αναπνέω στα γαλλικα, δεν αναπνέω, αναπνέω δύσκολα, αναπνέω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναπνέω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αναπληρώ στα λευκορωσικά - замяшчаць, замяняць, магчымасць замяшчаць, роўна замяшчаць
  • αναπληρώνω στα λευκορωσικά - зачацце, зачацьце, зачынаньне, зачатак
  • αναπνοή στα λευκορωσικά - дыханне, дыханьне, подых
  • αναποδιά στα λευκορωσικά - замінка, затрымка, замешка, няўпраўка
Τυχαίες λέξεις
Αναπνέω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: дыхаць