Αυτί στα λιθουανικά
Μετάφραση: αυτί, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ausis, klausa, ausies, ausų, ausį, ear
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτί
αυτί τυμπανο, αυτί βουίζει, αυτί ppt, αυτί της θάλασσας, αυτί βουητό, αυτί λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αυτί στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αυτή στα λιθουανικά - ji, jai, jis, jos
- αυτήν στα λιθουανικά - jos, jai, ją, savo, ji
- αυταπόδεικτος στα λιθουανικά - aksiominis, Aksjomatyczny, aiškus be įrodymų, Kuriai nereikia įrodymų, Neginčytina
- αυταρέσκεια στα λιθουανικά - Filisterstwo, Pasitenkinimas savo, Pasitenkinimas
Τυχαίες λέξεις
Αυτί στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ausis, klausa, ausies, ausų, ausį, ear
Μεταφράσεις: ausis, klausa, ausies, ausų, ausį, ear