Αυτί στα ολλανδικά
Μετάφραση: αυτί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oor, ear, het oor, oren, gehoor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυτί
αυτί τυμπανο, αυτί βουίζει, αυτί ppt, αυτί της θάλασσας, αυτί βουητό, αυτί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αυτί στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αυτή στα ολλανδικά - 'r, zijn, het, ze, zij, dat, haar, ...
- αυτήν στα ολλανδικά - zijn, hun, haar, van haar, ze
- αυταπόδεικτος στα ολλανδικά - axiomatisch
- αυταρέσκεια στα ολλανδικά - zelfgenoegzaamheid, zelfvoldaanheid, smugness, zelfingenomenheid
Τυχαίες λέξεις
Αυτί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: oor, ear, het oor, oren, gehoor
Μεταφράσεις: oor, ear, het oor, oren, gehoor