Εποφθαλμιώ στα γερμανικά
Μετάφραση: εποφθαλμιώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
begehren, gelüsten, begehrt, begehre
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποφθαλμιώ
εποφθαλμιά λεξικο, εποφθαλμιά συνώνυμα, εποφθαλμιά κλιση, εποφθαλμιώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, εποφθαλμιώ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επουράνιος στα γερμανικά - himmlisch, paradiesisch, himmlischen, himmlische, Himmels
- επουσιώδης στα γερμανικά - unkörperlich, metaphysisch, gleichgültig, unwichtig, immateriell, unwesentlich, immateriellen
- εποχή στα γερμανικά - altern, epoche, zeitalter, lebensalter, alter, lebensdauer, ära, ...
- εποχικός στα γερμανικά - jahreszeitlich, zeitlich, Saisonalität, Saison, Saisonabhängigkeit, saisonale, saisonalen
Τυχαίες λέξεις
Εποφθαλμιώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: begehren, gelüsten, begehrt, begehre
Μεταφράσεις: begehren, gelüsten, begehrt, begehre