Εποφθαλμιώ στα πολωνικά
Μετάφραση: εποφθαλμιώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pożądać, łakomić, pożądaj, pożądał, pożądają, pożądam
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εποφθαλμιώ
εποφθαλμιά λεξικο, εποφθαλμιά συνώνυμα, εποφθαλμιά κλιση, εποφθαλμιώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, εποφθαλμιώ στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- επουράνιος στα πολωνικά - nadziemski, niebieski, niebiański, boski, rajski, rajskie
- επουσιώδης στα πολωνικά - niematerialny, nieistotny, znaczenia, nieistotne, bez znaczenia
- εποχή στα πολωνικά - starzeć, epoka, starość, okres, era, wiek, sezon, ...
- εποχικός στα πολωνικά - sezonowy, sezonowość, sezonowości, sezonowością, dotyczące sezonowości
Τυχαίες λέξεις
Εποφθαλμιώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pożądać, łakomić, pożądaj, pożądał, pożądają, pożądam
Μεταφράσεις: pożądać, łakomić, pożądaj, pożądał, pożądają, pożądam