Ιεροκήρυκας στα γερμανικά
Μετάφραση: ιεροκήρυκας, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
prediger, Prediger, Predigers, Priester
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιεροκήρυκας
ιεροκήρυκας παναγόπουλος, ο ιεροκήρυκασ, ιεροκήρυκας λεξικό γλώσσας γερμανικά, ιεροκήρυκας στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- ιερατείο στα γερμανικά - geistliche, priesterschaft, geistlicher, Priestertum, Priesterschaft, Priestertums
- ιεροεξεταστής στα γερμανικά - untersuchungsbeamte, Inquisitor, Inquisitors, Inquisitorin
- ιερόδουλη στα γερμανικά - dirne, schlampe, prostituierte, prostituieren, nutte, hure, Prostituierte, ...
- ιερός στα γερμανικά - heilig, heiligen, heilige, heiliger, heiliges
Τυχαίες λέξεις
Ιεροκήρυκας στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: prediger, Prediger, Predigers, Priester
Μεταφράσεις: prediger, Prediger, Predigers, Priester