Ιεροκήρυκας στα ουκρανικά
Μετάφραση: ιεροκήρυκας, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
проповідник
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιεροκήρυκας
ιεροκήρυκας παναγόπουλος, ο ιεροκήρυκασ, ιεροκήρυκας λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ιεροκήρυκας στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ιερατείο στα ουκρανικά - духівництво, жриця, духовенство, клір, священство, священства, священство царське
- ιεροεξεταστής στα ουκρανικά - цікавість, інквізитор, Инквизитор, суддя
- ιερόδουλη στα ουκρανικά - повія, проститутка
- ιερός στα ουκρανικά - святій, святий, святою, святиня, священний, святої, недоторканий, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιεροκήρυκας στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: проповідник
Μεταφράσεις: проповідник