Ιεροκήρυκας στα πολωνικά
Μετάφραση: ιεροκήρυκας, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kaznodzieja, głosiciel, kaznodzieją, kaznodziei, głosicielem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιεροκήρυκας
ιεροκήρυκας παναγόπουλος, ο ιεροκήρυκασ, ιεροκήρυκας λεξικό γλώσσας πολωνικά, ιεροκήρυκας στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ιερατείο στα πολωνικά - duchowieństwo, duszpasterstwo, kapłaństwo, kler, kapłaństwa, kapłaństwem, kapłański
- ιεροεξεταστής στα πολωνικά - inkwizytor, inquisitor, Inkwizytora, inkwizytorem, Inkwizytorka
- ιερόδουλη στα πολωνικά - prostytutka, psuć, prostytuować się
- ιερός στα πολωνικά - święty, religijny, poświęcony, sakralny, świątobliwy, święte, święta, ...
Τυχαίες λέξεις
Ιεροκήρυκας στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kaznodzieja, głosiciel, kaznodzieją, kaznodziei, głosicielem
Μεταφράσεις: kaznodzieja, głosiciel, kaznodzieją, kaznodziei, głosicielem