Ιεροκήρυκας στα σουηδικά
Μετάφραση: ιεροκήρυκας, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
predikant, förkunnare, predikanten, preacher
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιεροκήρυκας
ιεροκήρυκας παναγόπουλος, ο ιεροκήρυκασ, ιεροκήρυκας λεξικό γλώσσας σουηδικά, ιεροκήρυκας στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ιερατείο στα σουηδικά - prästadömet, prästadöme, prästadömets, prästerskapet, prästerskap
- ιεροεξεταστής στα σουηδικά - Inquisitor, inquisitoren, inkvisitor, inkvisitorn, inkvisitorns
- ιερόδουλη στα σουηδικά - prostituerad, prostituerade, sköka, skökan, prostitute
- ιερός στα σουηδικά - helig, heliga, heligt, sakrala, sakral
Τυχαίες λέξεις
Ιεροκήρυκας στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: predikant, förkunnare, predikanten, preacher
Μεταφράσεις: predikant, förkunnare, predikanten, preacher