Κολλαρίζω στα γερμανικά
Μετάφραση: κολλαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
stärke, stärken, wäschestärke, speisestärke, kollarizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλαρίζω
κολλαρίζω λεξικό γλώσσας γερμανικά, κολλαρίζω στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κολικός στα γερμανικά - kolik, Kolik, Koliken, colic
- κολλάρισμα στα γερμανικά - Dressing, Verband, Ankleiden, Umkleide
- κολλητικός στα γερμανικά - klebrig, ansteckend, pappig, infektiös, Infektions, infektiösen, infektiöse
- κολλητός στα γερμανικά - dumpfig, verschließen, abschließen, kumpel, schließen, partner, schluss, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολλαρίζω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: stärke, stärken, wäschestärke, speisestärke, kollarizo
Μεταφράσεις: stärke, stärken, wäschestärke, speisestärke, kollarizo