Κολλαρίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: κολλαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крохмаль, kollarizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολλαρίζω
κολλαρίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κολλαρίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κολικός στα ουκρανικά - колька, коліка, кольки, коліки
- κολλάρισμα στα ουκρανικά - соус
- κολλητικός στα ουκρανικά - заразливий, клейкий, липкий, заразливість, інфекція, зараза, зараження, ...
- κολλητός στα ουκρανικά - скупій, приятель, скупий, щільний, скритий, відокремлений, чувак
Τυχαίες λέξεις
Κολλαρίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: крохмаль, kollarizo
Μεταφράσεις: крохмаль, kollarizo