Λογισμός στα γερμανικά
Μετάφραση: λογισμός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rechenart, rechnung, Infinitesimalrechnung, Stein, Kalkül, Kalküls
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λογισμός
λογισμός πινάκων, λογισμός συναρτήσεων πολλών μεταβλητών και διανυσματική ανάλυση, λογισμός συναρτήσεων μιας μεταβλητής, λογισμός ι, λογισμός συναρτήσεων πολλών μεταβλητών, λογισμός λεξικό γλώσσας γερμανικά, λογισμός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λογική στα γερμανικά - verstand, vernunft, Logik, logischen, logische
- λογικός στα γερμανικά - vernünftig, zurechnungsfähig, angemessen, verständig, mäßig, spürbar, wahrnehmbar, ...
- λογιστής στα γερμανικά - buchhalter, buchhalterin, rechnungsprüfer, bilanzbuchhalter, buchführer, Buchhalter, Prüfer, ...
- λογιστική στα γερμανικά - rechnungsführung, buchhaltung, rechnungswesen, Buchhaltung, Buchführung, Rechnungswesen, Bilanzierungs, ...
Τυχαίες λέξεις
Λογισμός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: rechenart, rechnung, Infinitesimalrechnung, Stein, Kalkül, Kalküls
Μεταφράσεις: rechenart, rechnung, Infinitesimalrechnung, Stein, Kalkül, Kalküls