Λογισμός στα ολλανδικά

Μετάφραση: λογισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rekening, calculus, tandsteen, wiskunde
Λογισμός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λογισμός

λογισμός πινάκων, λογισμός συναρτήσεων πολλών μεταβλητών και διανυσματική ανάλυση, λογισμός συναρτήσεων μιας μεταβλητής, λογισμός ι, λογισμός συναρτήσεων πολλών μεταβλητών, λογισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λογισμός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λογική στα ολλανδικά - logica, logisch, logische, de logica, logic
  • λογικός στα ολλανδικά - gematigd, redelijk, behoorlijk, bescheiden, matig, verstandig, logisch, ...
  • λογιστής στα ολλανδικά - boekhoudkundige, boekhouder, accountant, administrateur
  • λογιστική στα ολλανδικά - boekhouding, boekhouden, accountancy, accounting, boekhoudkundige, boekhoudkundig, de boekhouding
Τυχαίες λέξεις
Λογισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rekening, calculus, tandsteen, wiskunde