Πατρότητα στα γερμανικά
Μετάφραση: πατρότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vaterschaft, Vaterschaft, die Vaterschaft, Vater, Väterlichkeit, der Vaterschaft
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατρότητα
μεταθανάτια πατρότητα, πνευματική πατρότητα, πατρότητα τεστ, πατρότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, πατρότητα στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- πατρογονικός στα γερμανικά - angestammt, Vermögens, patrimonialen, patrimonial, patrimoniale, patrimonialer
- πατρονάρισμα στα γερμανικά - unterstützung, kundschaft, klientel, gönnerschaft, mäzenatentum, Schirmherrschaft, Patronage, ...
- πατσάς στα γερμανικά - kaldaunen, gekröse, tripe, Kutteln, Kaldaunen, Pansen
- πατσαβούρα στα γερμανικά - nutte, ehebrecherin, flittchen, prostituierte, dirne, schlampe, hure, ...
Τυχαίες λέξεις
Πατρότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: vaterschaft, Vaterschaft, die Vaterschaft, Vater, Väterlichkeit, der Vaterschaft
Μεταφράσεις: vaterschaft, Vaterschaft, die Vaterschaft, Vater, Väterlichkeit, der Vaterschaft