Υποκαθιστώ στα γερμανικά
Μετάφραση: υποκαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
substitut, ersatz, vertretung, ersatzmann, stellvertreterin, Ersatz, ersetzen, ersetzt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκαθιστώ
αποκαθιστώ ετυμολογία, αποκαθιστώ συνώνυμο, υποκαθιστώ αντικαθιστώ, υποκαθιστώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, υποκαθιστώ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- υποθετικός στα γερμανικά - neugierig, riskant, risikoreich, theoretisch, hypothetischen, hypothetische, hypothetisch, ...
- υποθηκεύω στα γερμανικά - pfand, hypothek, Hypothek, Hypotheken, Pfand
- υποκατάστημα στα γερμανικά - verzweigung, filiale, zweigniederlassung, zweig, kontor, springen, ausläufer, ...
- υποκείμενο στα γερμανικά - satzgegenstand, gegenstand, betreff, disziplin, subjekt, fragenkomplex, thema, ...
Τυχαίες λέξεις
Υποκαθιστώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: substitut, ersatz, vertretung, ersatzmann, stellvertreterin, Ersatz, ersetzen, ersetzt
Μεταφράσεις: substitut, ersatz, vertretung, ersatzmann, stellvertreterin, Ersatz, ersetzen, ersetzt