Υποκαθιστώ στα δανικά

Μετάφραση: υποκαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vikar, erstatning, stedfortræder, erstatte, stedet, substitut
Υποκαθιστώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποκαθιστώ

αποκαθιστώ ετυμολογία, αποκαθιστώ συνώνυμο, υποκαθιστώ αντικαθιστώ, υποκαθιστώ λεξικό γλώσσας δανικά, υποκαθιστώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • υποθετικός στα δανικά - hypotetisk, hypotetiske, hypotetisk karakter, af hypotetisk karakter, teoretisk
  • υποθηκεύω στα δανικά - pant, realkreditlån, realkredit, prioritetslån, prioritetsgæld
  • υποκατάστημα στα δανικά - filial, gren, afdeling, branchen, branche
  • υποκείμενο στα δανικά - fag, emne, tema, underlagt, omfattet, genstand, forbehold
Τυχαίες λέξεις
Υποκαθιστώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vikar, erstatning, stedfortræder, erstatte, stedet, substitut