Άσπλαχνος στα δανικά
Μετάφραση: άσπλαχνος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ubarmhjertige, ubarmhjertig, gældbundne, nådesløse, unmerciful
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άσπλαχνος
άσπλαχνος λεξικό γλώσσας δανικά, άσπλαχνος στα δανικά
Μεταφράσεις
- άσκηση στα δανικά - øve, praksis, brug, bore, øvelse, motion, udøvelsen, ...
- άσκοπος στα δανικά - aimless, formålsløs, planløst, formålsløse, planløse
- άσπρος στα δανικά - hvid, hvidt, hvide, white
- άστατος στα δανικά - vægelsindet, lunefulde, ustadig, vaklende, ustadigt
Τυχαίες λέξεις
Άσπλαχνος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ubarmhjertige, ubarmhjertig, gældbundne, nådesløse, unmerciful
Μεταφράσεις: ubarmhjertige, ubarmhjertig, gældbundne, nådesløse, unmerciful