Έφηβος στα δανικά
Μετάφραση: έφηβος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
adolescent, unge, teenager, teenagers, unges
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έφηβος
έφηβοσ έχει αλλαγέσ συμπεριφορά διάθεση, ο έφηβοσ, έφηβοσ ετυμολογία, έφηβος λεξικό γλώσσας δανικά, έφηβος στα δανικά
Μεταφράσεις
- έτσι στα δανικά - altså, så, således, det
- έφεση στα δανικά - appel, appellen, klage, klagen, appelsag
- έφορος στα δανικά - kurator, museumsinspektør, curator, museumsinspektøren, kuratoren
- έφυγα στα δανικά - venstre, jeg, I
Τυχαίες λέξεις
Έφηβος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: adolescent, unge, teenager, teenagers, unges
Μεταφράσεις: adolescent, unge, teenager, teenagers, unges