Έφηβος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: έφηβος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adolescente, adolescentes, adolescent, adolescência, do adolescente
Έφηβος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έφηβος

έφηβοσ έχει αλλαγέσ συμπεριφορά διάθεση, ο έφηβοσ, έφηβοσ ετυμολογία, έφηβος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έφηβος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • έτσι στα πορτογαλικά - portanto, assim, tão, deste, então, depois, de modo
  • έφεση στα πορτογαλικά - apelar, recorrer, recursos, apelação, recurso, apelo, recorrido, ...
  • έφορος στα πορτογαλικά - curador, curadora, curadoria, conservador, o curador
  • έφυγα στα πορτογαλικά - canhoto, esquerdo, deixei, I à esquerda, eu deixei, saí, eu à esquerda
Τυχαίες λέξεις
Έφηβος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: adolescente, adolescentes, adolescent, adolescência, do adolescente