Έφηβος στα λιθουανικά
Μετάφραση: έφηβος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paauglys, paauglių, paaugliams, paaugliai, paauglio
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έφηβος
έφηβοσ έχει αλλαγέσ συμπεριφορά διάθεση, ο έφηβοσ, έφηβοσ ετυμολογία, έφηβος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, έφηβος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- έτσι στα λιθουανικά - tada, paskui, todėl, taip, tiek, taigi
- έφεση στα λιθουανικά - apeliacija, apeliacinis skundas, apeliacinį skundą, apeliacinio skundo, kreipimasis
- έφορος στα λιθουανικά - kuratorius, kuratorė, rūpintojas, kuratoriaus, kuratoriumi
- έφυγα στα λιθουανικά - kairys, palikau, Aš palikau, man paliko, išėjau, Aš paliko
Τυχαίες λέξεις
Έφηβος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: paauglys, paauglių, paaugliams, paaugliai, paauglio
Μεταφράσεις: paauglys, paauglių, paaugliams, paaugliai, paauglio