Αγγειοπλαστική στα δανικά
Μετάφραση: αγγειοπλαστική, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
keramik, Pottery, lervarer, lertøj
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγγειοπλαστική
αγγειοπλαστική στην αρχαία ελλάδα, αγγειοπλαστική τέχνη, αγγειοπλαστική καρδιάς, αγγειοπλαστική επέμβαση με μπαλονάκι, αγγειοπλαστική με μπαλονάκι, αγγειοπλαστική λεξικό γλώσσας δανικά, αγγειοπλαστική στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγγειακός στα δανικά - vaskulær, vaskulære, kar, vaskulært
- αγγειοπλάστης στα δανικά - Potter, pottemager, pottemageren, keramiker
- αγγελικός στα δανικά - engleblid, engleagtige, englenes, angelic, engleagtig
- αγγελιοφόρος στα δανικά - bud, messenger, budbringer, sendebud, budbringeren
Τυχαίες λέξεις
Αγγειοπλαστική στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: keramik, Pottery, lervarer, lertøj
Μεταφράσεις: keramik, Pottery, lervarer, lertøj