Αγωγός στα δανικά

Μετάφραση: αγωγός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kanal, kanalen, rørledning, ventilationskanal, kanalsystemet
Αγωγός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγωγός

αγωγός αε, αγωγός ιστός, αγωγός igb, αγωγός tap, αγωγός south stream, αγωγός λεξικό γλώσσας δανικά, αγωγός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αγχώδης στα δανικά - angst, ængstelse, bekymring, uro
  • αγωγή στα δανικά - handling, aktion, behandling, behandlingen
  • αγωνία στα δανικά - angst, dødskamp, lidelse, smerte, kval
  • αγωνίζομαι στα δανικά - slås, kamp, kæmpe, slag, stride, kampen, kamp for, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγωγός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kanal, kanalen, rørledning, ventilationskanal, kanalsystemet