Αγωγός στα ιταλικά
Μετάφραση: αγωγός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
oleodotto, condotto, condotto di, canale, dotto, condotta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγωγός
αγωγός αε, αγωγός ιστός, αγωγός igb, αγωγός tap, αγωγός south stream, αγωγός λεξικό γλώσσας ιταλικά, αγωγός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αγχώδης στα ιταλικά - nervoso, ansia, l'ansia, ansietà, angoscia, di ansia
- αγωγή στα ιταλικά - lamentela, atto, azione, attività, effetto, procedimento, trattamento, ...
- αγωνία στα ιταλικά - spasimo, patimento, pena, angoscia, cordoglio, tormento, supplizio, ...
- αγωνίζομαι στα ιταλικά - combattimento, conflitto, combattere, lotta, lotta di, battaglia, lotte, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγωγός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: oleodotto, condotto, condotto di, canale, dotto, condotta
Μεταφράσεις: oleodotto, condotto, condotto di, canale, dotto, condotta