Αγωγός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αγωγός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
canal, tubo, conduta, duto, ducto
Αγωγός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγωγός

αγωγός αε, αγωγός ιστός, αγωγός igb, αγωγός tap, αγωγός south stream, αγωγός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγωγός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αγχώδης στα πορτογαλικά - nervoso, ansioso, ansiedade, a ansiedade, de ansiedade, angústia, da ansiedade
  • αγωγή στα πορτογαλικά - acácio, acção, façanha, actividade, tratamento, de tratamento, o tratamento, ...
  • αγωνία στα πορτογαλικά - acabrunhar, distrair, angústia, agonia, transe, angustiar, afligir, ...
  • αγωνίζομαι στα πορτογαλικά - luta, combate, batalha, pelejar, conflitos, conflito, brigar, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγωγός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: canal, tubo, conduta, duto, ducto