Αδιάβροχος στα δανικά
Μετάφραση: αδιάβροχος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vandtæt, vandtætte, vandfast, vandafvisende
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδιάβροχος
αδιάβροχος aντάπτορας 12v, αδιάβροχος αρμόστοκος, αδιάβροχος σοβάς, αδιάβροχος σάκος, αδιάβροχος στόκος, αδιάβροχος λεξικό γλώσσας δανικά, αδιάβροχος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αδερφικός στα δανικά - broderlig, broderlige, broderkærlighed, broderligt, medmenneskelig
- αδερφός στα δανικά - bror, broder, Brother, Broder
- αδιάθετος στα δανικά - utilpas, syg, utilpashed, ubehag, af utilpashed
- αδιάκοπος στα δανικά - stadig, uophørlige, uophørlig, stadige, uophørligt, uafladelig
Τυχαίες λέξεις
Αδιάβροχος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vandtæt, vandtætte, vandfast, vandafvisende
Μεταφράσεις: vandtæt, vandtætte, vandfast, vandafvisende