Αθώος στα δανικά
Μετάφραση: αθώος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uskyldig, uskyldige, uskyldigt, uskadelig
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθώος
αθώος ή ένοχος θέατρο κάππα, αθώοσ ο κασιδιάρησ, αθώος ένοχος, αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίον, αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου, αθώος λεξικό γλώσσας δανικά, αθώος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αθωότητα στα δανικά - uskyld, uskyldighed, uskyldig, uskyldsformodning
- αθωώνω στα δανικά - frikende, fritage virksomheden, frigoere
- αθώωση στα δανικά - frifindelse, frifindelsen, frikendelse, frifindelse på, frifundet
- αιγίδα στα δανικά - regi, auspicier, rammerne, ledelse
Τυχαίες λέξεις
Αθώος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uskyldig, uskyldige, uskyldigt, uskadelig
Μεταφράσεις: uskyldig, uskyldige, uskyldigt, uskadelig