Αιτία στα δανικά
Μετάφραση: αιτία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bevæggrund, grund, anledning, fornuft, årsag, årsagen, sag, årsag til
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αιτία
αιτία για να βάλει τα κλάματα ένα μικρό παιδάκι έγινε ο κριστιάνο ρονάλντο, αιτία ρατσισμού, αιτία μεταβολής στοιχείων κτίσματος/οικοπέδου, αιτία θανάτου, αιτία ανεργίας, αιτία λεξικό γλώσσας δανικά, αιτία στα δανικά
Μεταφράσεις
- αισιόδοξος στα δανικά - optimistisk, optimistiske, optimisme, optimistisk med
- αισχρός στα δανικά - grusom, slibrige, lysten, lystne, kigge i underlødige blade
- αιτιατική στα δανικά - akkusativ, akk., akkusativen, akk
- αιτιολογία στα δανικά - anledning, årsag, fornuft, bevæggrund, grund, ræsonnement, begrundelse, ...
Τυχαίες λέξεις
Αιτία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bevæggrund, grund, anledning, fornuft, årsag, årsagen, sag, årsag til
Μεταφράσεις: bevæggrund, grund, anledning, fornuft, årsag, årsagen, sag, årsag til